Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δύο θρύλοι, μια έχθρα, ένα ατύχημα, και μια ιστορία αμοιβαίου σεβασμού





Ένα απόγευμα πριν χρόνια, ο μπαμπάς μου ετοιμαζόταν να παρακολουθήσει μια ταινία και πρότεινε να την δω κι εγώ, παρόλο που ήξερε ότι το θέμα της ταινίας δεν με ενδιέφερε στο ελάχιστο. Το ίδιο ήξερα κι εγώ, ωστόσο όμως έκατσα να την δω κι εν τέλει το θέαμα δικαίωσε πλήρως την απόφασή μου. Η ταινία έχει τίτλο "Rush" (2013) και αφορά την πραγματική ιστορία του ατυχήματος του Αυστριακού Νίκι Λάουντα (τον οποίο υποδύεται ο Daniel Brühl) σε αγώνα της Formula 1 το 1976, και την ισχυρή κόντρα του με τον Βρετανό Τζέιμς Χαντ (τον οποίο υποδύεται ο Chris Hemsworth) για την κατάκτηση του παγκόσμιου τίτλου εκείνη τη χρονιά. Οι δύο αυτοί αγωνιστές της Formula 1 έμειναν στην ιστορία του αθλήματος ως θρύλοι (έτσι προκύπτει και ο τίτλος).

Τόσο πριν όσο και μετά την παρακολούθηση της ταινίας, η Formula 1 σαν διοργάνωση πάντα με αφήνει παγερά αδιάφορη. Η ταινία όμως είναι ένα αριστούργημα γιατί δεν προβάλλει απλώς την ιστορία γύρω από το ατύχημα, αλλά τον ανταγωνισμό μεταξύ του Λάουντα και του Χαντ, του κύριου αντιπάλου του, και το δυνατό της στοιχείο κατ' εμέ είναι η εξέλιξη των χαρακτήρων που κορυφώνεται με μία πολύ όμορφη συμβουλή στο τέλος της ταινίας (βίντεο της τελευταίας αυτής σκηνής και του επιλόγου είναι στο τέλος του άρθρου). Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή. Προειδοποιώ ότι ακολουθεί μεγαλούτσικο κείμενο, αξίζει όμως να το διαβάσετε, και το λέω σαν άτομο που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το αντικείμενο, βρήκε όμως κάτι όμορφο εκεί μέσα το οποίο και αναλύεται στην πορεία!

Ο Νίκι Λάουντα ήταν μέλος μιας αρκετά ευκατάστατης οικογένειας από τη Βιέννη που δραστηριοποιούταν στον χώρο των επιχειρήσεων. Όπως ήταν λογικό κι επόμενο, όταν ο Νίκι εξέφρασε ότι θέλει να ασχοληθεί με το ράλι της Formula 1 (από την εφηβεία ακόμα είχε πάθος με αυτό), η οικογένειά του δεν τον υποστήριξε. Εκείνος δεν το έβαλε κάτω, αλλά αντιθέτως πήρε δάνεια (καταλήγοντας να γίνει ο μοναδικός οδηγός Formula 1 που πλήρωσε για μια ευκαιρία να πάρει μέρος) και το κυνήγησε. Ξεκίνησε από τους αγώνες της Formula 2 το 1971 και έφτασε στην Formula 1, όπου υπέγραψε ως οδηγός της Ferrari, το 1974.

Το μεγαλύτερο δείγμα της επιμονής του ωστόσο φάνηκε δύο έτη αργότερα. Το 1976 ήταν η χρονιά που ο Λάουντα δοκιμάστηκε, πάλεψε και νίκησε, ίσως όχι στο άθλημά του αλλά εκεί που είχε πιο πολλή σημασία. Στο πρωτάθλημα του 1976 οι διεκδικητές του παγκόσμιου τίτλου ήταν δύο: από τη μία ο Λάουντα κι από την άλλη ο Τζέιμς Χαντ. Όλοι οι αγώνες στρέφονταν γύρω από την κόντρα τους. Η ταινία εστιάζει πολύ στην προσωπική τους κόντρα, στην έχθρα που έτρεφε ο ένας για τον άλλο στο πλαίσιο του ανταγωνισμού η οποία έχθρα όμως έφτανε σε προσωπικό επίπεδο. Γι' αυτό και όταν ήρθε η ώρα για την διεξαγωγή του αγώνα στη Γερμανία, στην πίστα Νίρμπουργκρινγκ, ο Λάουντα ζήτησε να ματαιωθεί ο αγώνας γιατί η πίστα ήταν ήδη επικίνδυνη και τα ακραία καιρικά φαινόμενα την κατέστησαν ακόμα χειρότερη. Ο Χαντ ωστόσο έστρεψε τους περισσότερους οδηγούς εναντίον του, ψηφίζοντας να γίνει ο αγώνας, κατηγορώντας τον Λάουντα ότι κατέφυγε σε τέχνασμα προκειμένου να διασφαλίσει το πρωτάθλημα (εφόσον ο τελευταίος ήταν πρώτος στην συνολική βαθμολογία). Εν τέλει ο αγώνας έγινε, με τραγικά αποτελέσματα για τον Λάουντα. Σε μια στροφή ο Λάουντα έχασε τον έλεγχο του μονοθεσίου του, τράκαρε σε μια μεταλλική μπαριέρα και τινάχτηκε στη μέση του δρόμου όπου το μονοθέσιό του τυλίχτηκε στις φλόγες. Την ίδια στιγμή περνούσαν άλλα τρία μονοθέσια κι έγινε καραμπόλα. Οι οδηγοί έσπευσαν να τον βοηθήσουν χωρίς επιτυχία, ώσπου ήρθαν οι διασώστες να τον απεγκλωβίσουν. Μέχρι να γίνει αυτό, ο Λάουντα έμεινε παγιδευμένος στο μονοθέσιο για 55 δευτερόλεπτα με το κεφάλι του να καίγεται. Από το ατύχημα υπέστη εγκαύματα τρίτου βαθμού στο πρόσωπό του, όμως αυτό που έθεσε την ζωή του σε κίνδυνο ήταν το ότι είχε εισπνεύσει τοξικά αέρια από τα καύσιμα που είχαν χυθεί στην πίστα καθώς και αφρούς από τους πυροσβεστήρες των διασωστών. Έχασε επίσης το μεγαλύτερο μέρος του δεξιού του αυτιού, καθώς και τα μαλλιά της δεξιάς πλευράς του κεφαλιού του, τα φρύδια του και τα βλέφαρά του. Είχε τις αισθήσεις του όταν τον απεγκλώβισαν, αλλά έπεσε σε κώμα αμέσως μετά, με τις επόμενες τρεις ημέρες να είναι κρίσιμες για την ζωή του. Κατάφερε όμως να ξεγελάσει τον θάνατο και να επανέλθει στους αγώνες ένα μήνα μετά, φορώντας ειδικό κράνος που να χωράει τις γάζες και το προστατευτικό προσώπου που φορούσε.

Πέρα από την θέλησή του για ζωή και την μάχη που έδωσε, αυτό που μου έκανε την καλύτερη εντύπωση στην ταινία ήταν η εξέλιξη χαρακτήρων. Ο Χαντ, νιώθοντας υπεύθυνος για το ατύχημα του Λάουντα, σταμάτησε την κόντρα και αντιθέτως τον αντιμετώπιζε ως άξιο αντίπαλο. Το ίδιο ακριβώς όμως έκανε κι ο Λάουντα. Εν τέλει την χρονιά εκείνη ο Χαντ ήταν εκείνος που πήρε το πρωτάθλημα, καθώς στον τελευταίο αγώνα που διεξήχθη στην Ιαπωνία κι επικρατούσαν το ίδιο ακραία καιρικά φαινόμενα, ο Λάουντα παράτησε τον αγώνα λόγω του ότι ένιωθε ακόμα το σοκ από το ατύχημά του, κι επιπλέον δεν μπορούσε να δει επειδή έχοντας χάσει τα βλέφαρά του, η βροχή τον τύφλωνε. Μπορεί εκείνη τη χρονιά να μην είχε κερδίσει, αλλά συνολικά στη ζωή του κέρδισε τρία παγκόσμια πρωταθλήματα Formula 1 πριν αποσυρθεί και ιδρύσει την δική του αεροπορική εταιρία.

Το αγαπημένο μου μέρος στην ταινία είναι η έμπνευση του άρθρου αυτού και το σημείο όπου θέλω να καταλήξω με όλη αυτή την ιστορία. Μετά από το τέλος του πρωταθλήματος του 1976, μας δείχνει η ταινία ένα μικρό αεροδρόμιο όπου ο Χαντ πάει να επιβιβαστεί σε πτήση κι ο Λάουντα ασχολείται με ένα μικρό αεροπλάνο, η στροφή που σκεφτόταν να κάνει στην καριέρα του μετά τη Formula 1. Ο Χαντ πλησιάζει τον Λάουντα και αρχίζουν μια συνομιλία σαν δύο παλιοί καλοί φίλοι, συμβουλεύοντας ο ένας τον άλλο πώς να προσεγγίσουν την λογική του πρωταθλητισμού της Formula 1. Στο τέλος ο Χαντ ετοιμάζεται να φύγει, κι ο Λάουντα τον σταματάει και του λέει τα παρακάτω λόγια: "Όταν ήμουν στο νοσοκομείο, το χειρότερο μέρος της θεραπείας ήταν η εκκένωση, το να βγάζουν πράγματα από τα πνευμόνια μου. Ήταν κόλαση. Κι ενώ το έκαναν, έβλεπα στην τηλεόραση εσένα να κερδίζεις τους βαθμούς μου, κι έλεγα το πόσο σε μισώ. Μια μέρα ήρθε ο γιατρός και μου είπε 'Κ. Λάουντα, να σας δώσω μια συμβουλή; Σταματήστε να βλέπετε σαν κατάρα το να έχετε εχθρό στην ζωή σας. Ίσως είναι ευλογία. Ο σοφός παίρνει από εχθρό πιο πολλά απ΄ όσα ο χαζός από φίλο'. Και ξέρεις κάτι; Είχε δίκιο. [ακολουθεί μέρος διαλόγου που δεν έχει τόση σημασία για το θέμα του άρθρου, και συνεχίζει μετά:] Γι' αυτό μη με απογοητεύεις τώρα. Σε χρειάζομαι για να με προκαλείς. Γύρνα πίσω στην δουλειά". Εν τέλει αποχαιρετούν ο ένας τον άλλο και είναι πλέον φανερό, τόσο με βάση την μεταξύ τους συζήτηση όσο και με βάση τον επίλογο της ταινίας, ότι πλέον τρέφουν σεβασμό ο ένας προς τον άλλο. Δεν είναι πλέον δύο ανώριμοι νέοι που μισούν και κοντράρουν άσχημα ο ένας τον άλλο, αλλά έχουν εξελιχθεί σαν χαρακτήρες, έχουν ωριμάσει, είναι και οι δύο σε επίπεδο πρωταθλητισμού, και υπάρχει μεταξύ τους αμοιβαίος σεβασμός και αναγνώριση. Προσωπική μου αντίδραση όταν είχα δει εκείνο το σημείο ήταν η συγκίνηση, και δεν υπερβάλλω.

Ακούγοντας τη συμβουλή του γιατρού, πείθομαι όλο και περισσότερο ότι έχει απόλυτο δίκιο. Τελικά το να έχεις έναν εχθρό στη ζωή σου μπορεί να σου δείξει πράγματα που αγνοείς. Για να έχουμε κάποιον αντίπαλο (για να μην χρησιμοποιώ συνέχεια την βαριά λέξη "εχθρός"), σημαίνει ότι ο αντίπαλος βλέπει κάτι σε εμάς που ο ίδιος θεωρεί επικίνδυνο για εκείνον. Στην αντίθετη περίπτωση, απλώς δεν θα ασχολιόταν. Όταν πρόκειται για τον εαυτό μας, δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο να τον υποτιμούμε: να υποτιμούμε τις δυνατότητές μας, τις ικανότητές μας, και το τι μπορούμε να καταφέρουμε. Συχνά μπορεί, είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα, να αγνοούμε και τις συμβουλές των οικείων μας προσώπων όταν μας επισημαίνουν τα θετικά μας, ακριβώς επειδή μπορεί στο πίσω μέρος του μυαλού μας να τα θεωρούμε υποκειμενικές απόψεις επειδή μας ξέρουν καλά. Δεν λέω ότι οι οικείοι μας κάνουν λάθος. Το αντίθετο μάλιστα, οι οικείοι μας γνωρίζουν τον εαυτό μας πολύ καλύτερα από τους αγνώστους ακριβώς επειδή μας έχουν μάθει καλά και είναι ικανοί να βλέπουν πράγματα που εμείς αγνοούμε. Παίρνοντας παράδειγμα τον εαυτό μου όμως, τόσο σαν σύμβουλο απέναντι σε δικούς μου οικείους όσο και σαν δέκτη συμβουλών από οικεία πρόσωπα, γνωρίζω καλά το πόσο εύκολο είναι να αγνοηθούν συμβουλές φίλων ακόμα κι όταν αφορούν θετικά στοιχεία. Όλο αυτό εξαρτάται βέβαια κι από την προσωπικότητα του καθένα μας και τις ανασφάλειες που μπορεί να κουβαλάμε.

Στη συνέχεια όμως έρχεται ένας αντίπαλος, ο οποίος μπορεί να είναι αντίπαλος σε προσωπικό επίπεδο, ή σε επαγγελματικό, ή οπουδήποτε. Είτε είναι οικείο μας πρόσωπο είτε όχι δεν έχει σημασία, καθώς από τη στιγμή που μας αντιμετωπίζει σαν αντίπαλος τότε κυριαρχεί η "ιδιότητα" εκείνη. Εκείνο το άτομο μας δείχνει ότι φοβάται κάτι από εμάς. Το να σου φέρεται ένας άγνωστος (ή γνωστός) ανταγωνιστικά, να προσπαθεί να σε ρίξει με κάποιο τρόπο, δείχνει ακριβώς ότι σε βλέπει ψηλά και πρέπει να σε ρίξει για να ανέβει εκείνος. Αν προσέξεις την συμπεριφορά, ίσως και να εντοπίσεις ποιο είναι το στοιχείο σου που ο άλλος νιώθει ότι τον απειλεί. Ίσως με αυτήν την κατάσταση να αναγνωρίσεις κάποια αξία σου που θεωρούσες ότι δεν έχεις ή ότι ήταν ασήμαντη. Αν ήταν ασήμαντη όμως δεν θα ασχολιόταν ούτε το άλλο πρόσωπο, σωστά; Προσοχή όμως, αυτή η άποψη δεν πρέπει να συγχέεται με το "τι θα πει ο κόσμος" και ότι πρέπει να περιμένουμε να αναγνωρίσει ο έξω κόσμος την αξία μας. Εδώ δεν μιλάω γενικά, ούτε το να περιμένουμε την επιδοκιμασία του κόσμου πριν συνεχίσουμε την ζωή μας. Αντιθέτως, αναφέρομαι στην περίπτωση ενός συγκεκριμένου ατόμου που βλέπει κάτι πολύ συγκεκριμένο σε εμάς το οποίο πιθανώς και να αγνοούμε εμείς οι ίδιοι. Πέραν αυτού, ο αντίπαλος θεωρείται πιο αντικειμενικός κριτής ακριβώς επειδή το δικό μας καλό δεν είναι δικός του στόχος οπότε δεν έχει κανένα λόγο να μας στηρίζει. Η αντίδρασή του απέναντι σε εμάς είναι βασισμένη ακριβώς σε αυτό που νιώθει ότι τον απειλεί.

Τα λόγια του γιατρού ότι ο σοφός άνθρωπος μαθαίνει περισσότερα από τον εχθρό του είναι απόλυτα λογικά, και μπορούμε από εδώ να το πάμε κι ένα βήμα παραπέρα (θα χρησιμοποιήσω τους ίδιους όρους). Ο σοφός άνθρωπος θα δει τι είναι αυτό που κατά βάθος φοβίζει τον εχθρό του και θα το εντοπίσει στον εαυτό του. Στη συνέχεια όμως, μπορεί να το αξιοποιήσει, να το χρησιμοποιήσει υπέρ του. Δεν το εννοώ με την επιθετική έννοια, εννοώ όμως ότι εφόσον εντοπίσει στον εαυτό του τι είναι αυτό που φοβούνται οι άλλοι, τότε μπορεί να το αναγνωρίσει, να το δουλέψει και να πορεύεται πιο δυναμικά. Δεν είναι καθόλου κακό να χρησιμοποιούμε τις δυνάμεις μας, τις αξίες μας και τα δυνατά μας σημεία, πάντα βέβαια με σεβασμό προς τους γύρω μας, διαφορετικά ούτε εμείς θα δεχτούμε σεβασμό εάν πρώτα δεν σεβαστούμε τους άλλους. Σε κάθε περίπτωση όμως, η ύπαρξη ενός αντιπάλου, αν το δούμε σωστά, μπορεί να λειτουργήσει ως αφύπνιση στην πορεία εξερεύνησης του ίδιου μας του εαυτού.

Κανονικά θα έκλεινα το άρθρο με την προηγούμενη παράγραφο, αλλά δεν μπορώ να μην γράψω τον επίλογο από την ταινία, ο οποίος έρχεται αμέσως μετά την συζήτηση εκείνη σφραγίζοντας τα λεγόμενα του Λάουντα, και ήταν το στοιχείο που με συγκίνησε βαθύτατα. Τα τελευταία λόγια που αντάλλαξαν ο Λάουντα κι ο Χαντ πριν χωριστούν ήταν από τη μία ο Λάουντα να του λέει να επιστρέψει στους αγώνες και να τους αντιμετωπίζει με επαγγελματισμό, σαν σωστή εργασία, κι ο Χαντ να λέει ότι θα επιτρέψει αλλά πρώτα θέλει να ξεκουραστεί λίγο καιρό γιατί την ζωή πρέπει να την χαιρόμαστε παράλληλα, κι ότι τα λεφτά, οι τίτλοι, τα κύπελλα και τα αεροπλάνα δεν έχουν καμία σημασία αν δεν γλεντάς και λίγο την ζωή σου, συμπληρώνοντας "Τι νίκη είναι αυτή;". Στη συνέχεια ο Χαντ φεύγει να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο που τον περίμενε, αλλά πριν φύγει γυρνάει στον Λάουντα χαμογελώντας και του λέει “Φαίνεσαι ωραίος, Νίκι. Είσαι ο μόνος τύπος που του κάηκε το πρόσωπο και τελικά αποδείχθηκε βελτίωση”, με τον Λάουντα φυσικά να του δείχνει το μεσαίο δάχτυλο ενώ χαμογελάει κι ο ίδιος. Ωραίο παράδειγμα άσπονδων φίλων! Μετά ο Χαντ ανεβαίνει στο αεροπλάνο κι αλλάζει το σκηνικό, όπου ακολουθούν βίντεο με τους πραγματικούς Τζέιμς Χαντ και Νίκι Λάουντα (όχι τους ηθοποιούς) ενώ ακούγεται η φωνή του πραγματικού (γέρου πλέον) Νίκι Λάουντα να κλείνει την ταινία λέγοντας τα εξής: "Φυσικά και δεν με άκουσε. Για τον Τζέιμς, ένας παγκόσμιος τίτλος ήταν αρκετός. Απέδειξε αυτό που είχε ανάγκη να αποδείξει στον εαυτό του και σε όσους τον αμφισβήτησαν. Δύο χρόνια αργότερα, αποσύρθηκε. Όταν τον είδα ξανά στο Λονδίνο μετά από εφτά χρόνια, εγώ σαν πρωταθλητής κι εκείνος σαν αθλητικός παρουσιαστής (sportscaster), ήταν ξυπόλητος σε ένα ποδήλατο με σκασμένο λάστιχο. Ακόμα όμως ζούσε την κάθε ημέρα σαν να ήταν η τελευταία του. Όταν έμαθα ότι πέθανε στα 45 του από καρδιακή προσβολή, δεν ξαφνιάστηκα. Απλώς λυπήθηκα. Πάντα μας θεωρούσαν αντιπάλους, αλλά ήταν ένας απ' τους λίγους που συμπάθησα, κι ένας απ' τους ακόμα πιο λίγους που σεβάστηκα. Παραμένει ο μόνος άνθρωπος που ζήλεψα".




Σμαράγδα Θεοδωρίδου

Οι φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο δεν αποτελούν πνευματική μας ιδιοκτησία, πηγή: google.com.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι διαφορετικοί τρόποι έκφρασης των συναισθημάτων μας

Άκουσα πριν καιρό σε μια συλλογή ξένων τραγουδιών ένα πολύ όμορφο τραγούδι, το οποίο αρχικά είχα ερμηνεύσει λάθος αλλά μετά από αναζήτηση είδα ότι η πραγματική ιστορία πίσω από το τραγούδι είναι πολύ πιο γλυκιά από ότι είχα σκεφτεί στην αρχή. Το τραγούδι είναι το "I'm not in love" των 10cc και ακολουθούν οι στίχοι με μετάφραση και τον σύνδεσμο στο τέλος του άρθρου:   "I'm not in love / Δεν είμαι ερωτευμένος So don't forget it / Οπότε μην ξεχνάς It's just a silly phase I'm going through / Ότι α πλώς περνάω μια χαζή φάση And just because / Κι επειδή I call you up / Σε παίρνω τηλέφωνο Don't get me wrong, don't think you've got it made / Μην μπερδεύεσαι , μη νομίζεις ότι πέτυχες I'm not in love, no no, it's because / Δεν είμαι ερωτευμένος, όχι, όχι, είναι επειδή   I like to see you / Θέλω να σε βλέπω But then again / Αλλά και πάλι That doesn't mean you mean that much to me / Αυτό δεν σημαίνει

Ψυχική ανθεκτικότητα

Με την έννοια ψυχική ανθεκτικότητα αναφερόμαστε στην ικανότητα ενός ατόμου να ξεπεράσει δύσκολες και στρεσογόνες καταστάσεις και να βγει πιο δυνατός μέσα από αυτές. Η εργασιακή καθημερινότητα, η οικογενειακή συνθήκη διαβίωσης αλλά και το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζούμε επηρεάζει την ψυχική μας κατάσταση. Όταν αντιμετωπίζουμε προβλήματα και δύσκολες καταστάσεις σε ένα από τα παραπάνω "σκέλη" της ζωής μας τότε τα υπόλοιπα λειτουργούν ως προστατευτικοί παράγοντες για να μπορέσουμε να ανακάμψουμε.  Τι γίνεται όταν νιώθουμε πως καταρρέουν οι αντοχές μας, υπάρχει αίσθηση αποσύνδεσης, αρνητικά συναισθήματα, οικογενειακές συγκρούσεις, απογοήτευση από τους "σημαντικούς άλλους" και οικονομικές δυσκολίες;  Τότε τα πράγματα δυσκολεύουν αρκετά. Η δουλειά που έχουμε να κάνουμε για να επιτύχουμε την ανάκαμψη είναι δύσκολη και αρκετά επώδυνη. Ωστόσο, δεν είναι αδύνατη . Άλλωστε "τα αγαθά κόποις κτώνται" και η ψυχική ανθεκτικότητα είναι μέγιστο αγαθό κα